Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

ὡς χρὴ ποιῆσαι

См. также в других словарях:

  • επίτευξη — η (AM ἐπίτευξις) [επιτυγχάνω] επιτυχία, κατόρθωση, πραγματοποίηση (α. «επίτευξη δανείου» β. «εὐκαιρία χρόνου ἐπίτευξις, ἐν ᾧ χρὴ παθεῑν τι ἢ ποιῆσαι», Πλάτ.) αρχ. 1. ευστοχία 2. ευτυχία, επιτυχία 3. συζήτηση, διάλογος …   Dictionary of Greek

  • παραγλύφω — Α 1. παραχαράσσω («ἤ τῶν παραγλυφόντων τὰς σφραγίδας», Διόδ.) 2. αποξέω σχηματίζοντας κοίλωμα, κοιλαίνω με λάξευση («παραγλύψαντα χρὴ τοῡ ὀστέου ἐνέδρην τῷ μοχλῷ ἀσφαλέα ποιῆσαι», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + γλύφω «λαξένω, σκαλίζω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»